Ανακοινώσεις

​Επιφύλαξη Δικαιώματος κατά τη Μεταβίβαση Ακινήτου

​Το δικαίωμα οίκησης και επικαρπίας ενός ακινήτου, δημιουργείται, κατά τη μεταβίβαση ενός ακινήτου από ένα πρόσωπο σε άλλο. Ο δικαιοπάροχος (αυτός που μεταβιβάζει) κατακρατεί για τον εαυτό του (δεν μεταβιβάζει) το δικαίωμα να καρπούται το ακίνητο ή το δικαίωμα της οίκησης σ΄ αυτό ή άλλο δικαίωμα.

Η επιφύλαξη γίνεται με γραπτή δήλωση, τόσο αυτού που μεταβιβάζει όσο και αυτού που δέχεται τη μεταβίβαση, στο ίδιο το Έντυπο της μεταβίβασης (Ν.270). Η εγγραφή της δουλείας γίνεται ταυτόχρονα με την εγγραφή του ακινήτου που μεταβιβάζεται.

Στην περίπτωση επιφύλαξης δικαιώματος οίκησης, όπου τυγχάνει ο δικαιοπάροχος να έχει μερίδιο στο ακίνητο, η αίτηση δεν γίνεται αποδεκτή. Απαιτείται ο/οι συνιδιοκτήτης/τες των υπολοίπων μεριδίων να παραχωρήσει/σουν το ίδιο δικαίωμα (επί του ειδικού Εντύπου Ν.251Α). Όμως, όταν το μεταβιβαζόμενο ακίνητο κατέχεται διανεμημένο κατά τη μεταβίβαση από τον δικαιοπάροχο του μεριδίου του, απαιτείται και η συγκατάθεση του συνιδιοκτήτη για το μέρος που θα ασκείται το δικαίωμα.​

Σύμβαση της Χάγης “Apostille”

Η σφραγίδα Apostille (προφέρεται «ah-po-steel») είναι μια γαλλική λέξη που σημαίνει πιστοποίηση. Η Apostille είναι η σφραγίδα, όπου ένας κυβερνητικός φορέας  πιστοποιεί τη γνησιότητα των δημόσιων εγγράφων, προκειμένου να γίνoνται αποδεκτά από ένα δεύτερο ξένο κράτος, σύμφωνα με τους όρους που θεσπίσθηκαν το 1961. Εάν ένα έγγραφο έχει τη σφραγίδα APOSTILLE, τότε μπορεί να χρησιμοποιείθεί νόμιμα σε άλλο κράτος μέλος, εφόσον έχει υπογραφές και σφραγίδες του Κράτους και το έγγραφο είναι γνήσιο.

Το Apostille επισυνάπτεται στο πρωτότυπο έγγραφο για να βεβαιωσεί ότι είναι νόμιμο και αυθεντικό, ώστε να γίνει δεκτό σε μια από τις άλλες χώρες που είναι μέλη της Σύμβασης Apostille της Χάγης. Η διαδικασία αυτή γίνεται πριν από την μετάφραση του εγγράφου στην νέα γλώσσα. Το 1961, πολλές χώρες ενώθηκαν για να δημιουργήσουν μια απλοποιημένη μέθοδο «νομιμοποίησης» εγγράφων για καθολική αναγνώριση. Τα μέλη της διάσκεψης, που αναφέρονται στην Σύμβαση της Χάγης, ενέκριναν ένα έγγραφο που αναφέρεται ως Apostille, το οποίο θα αναγνωρίζεται από όλα τα κράτη μέλη.

Υποχρέωση υποβολής δήλωσης ακίνητης περιουσίας

Όλα τα πρόσωπα που έχουν Ακίνητη Περιουσία στη Δημοκρατία υποχρεούνται να καταβάλλουν φόρο για το εν λόγω ακίνητο. Ο φόρος ακίνητης ιδιοκτησίας επιβάλλεται δυνάμει του νόμου περί φόρου ακίνητης περιουσίας του 1980, όπως τροποποιήθηκε. Επιβάλλεται στο ακίνητο που τηρείται την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους και υπολογίζεται με βάση τη συνολική αγοραία αξία του ακινήτου στη Δημοκρατία από 1/1/1980.

Προκειμένου να καταστεί δυνατή η υλοποίηση των ανωτέρω, όλοι οι κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων κατά την 1.1.1980 πρέπει να υποβάλουν Διακήρυξη Ακίνητης Περιουσίας (Έντυπο Τ.Φ.301). Επιπρόσθετα με τον υπολογισμό του φόρου του 1980 και τις λεπτομέρειες σχετικά με την ακίνητη περιουσία τους κατά την 1.1.1980 (Έντυπο Τ.Φ.302).

Κάθε πρόσωπο που αγοράζει ή διαθέτει ακίνητο είναι υποχρεωμένο να υποβάλει πρόσθετη Δήλωση Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Έντυπο Τ.Φ.303) .

Μεταβίβαση Ακινήτου


(Ο περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Νόμος Αρ. 9/65)

Μεταβίβαση ακινήτου σημαίνει τη μεταβίβαση του τίτλου ιδιοκτησίας ενός ακινήτου από ένα πρόσωπο σε άλλο, με εκούσια πράξη, τόσο αυτού που μεταβιβάζει (δικαιοπάροχου), όσο και αυτού που δέχεται τη μεταβίβαση (δικαιοδόχου).


Απαραίτητες προϋποθέσεις για τη μεταβίβαση

Συμπλήρωση του Εντύπου Μεταβίβασης (τύπος Ν.270). Σ΄ αυτό επισυνάπτεται και το Πιστοποιητικό Εγγραφής (τίτλος) του ακινήτου που μεταβιβάζεται. Αν η μεταβίβαση γίνεται σε Κτηματολογικό Γραφείο, άλλο από αυτό της Επαρχίας στην οποία βρίσκεται το ακίνητο, τότε συμπληρώνονται δύο έντυπα.